Ζευγάρια τραπεζικών «γάμων» μοιάζουν να βγαίνουν από τις προβλέψεις των πιθανών αποτελεσμάτων των stress tests που θα δημοσιοποιηθούν στις 23 Ιουλίου! Έτσι, αν ισχύουν οι προβολές που δημοσιοποιεί σε χθεσινή της έκθεση η Credit Suisse, η Εθνική με την Alpha και η Eurobank με την Τράπεζα Πειραιώς θα μπορούσαν να συγκροτήσουν δύο νέους ομίλους, με κεφάλαια επαρκή, για να μη χρειασθούν την επίπονη διαδικασία ενίσχυσης από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. Σε μια ανάλυση με τον εύγλωττο τίτλο «Who’s testing whom?» («Ποιος δοκιμάζει ποιον»;) οι αναλυτές της Credit Suisse σχολιάζουν, ότι στην πραγματικότητα τα stress tests που θα διενεργηθούν οδηγούν σε μια μεγάλη δοκιμασία όχι μόνο τις τράπεζες, αλλά τις ίδιες τις εποπτικές αρχές και τα κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς θα κληθούν να δώσουν πειστικές απαντήσεις στο μεγάλο ερώτημα των αγορών: αν οι τράπεζες χρειάζονται ενίσχυση, από πού θα την πάρουν. Ιδιαίτερη σημασία έχει, όπως τονίζει η Credit Suisse, να πεισθούν οι αγορές, ότι τα κράτη της Ευρώπης έχουν οριστικά λάβει την απόφαση να ενισχύσουν με ένα σοβαρό μηχανισμό τις τράπεζες και ο καλύτερος τρόπος για να γίνει αυτό, όπως επισημαίνει η ελβετική τράπεζα, είναι να υπάρξει δέσμευση, ότι από τα 750 δις. ευρώ του νέου ταμείου στήριξης των ασθενέστερων ευρωπαϊκών οικονομιών θα μπορούν να «βγουν στην άκρη» και όσα κεφάλαια μπορεί να χρειασθεί για την υπέρβαση της κρίσης το τραπεζικό σύστημα.Ιδιαίτερα ενδιαφέροντα είναι τα συμπεράσματα της έκθεσης για τις ελληνικές τράπεζες. Η C.S. επιχειρεί να προβλέψει τα αποτελέσματα των stress tests, με βάση τα πιθανότερα σενάρια στα οποία θα βασισθούν οι έλεγχοι, τόσο για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, όσο και για τον κίνδυνο νέας πτώσης των τιμών των κρατικών ομολόγων:
n Με βάση το χειρότερο σενάριο συνδυασμένων αρνητικών επιπτώσεων από την επιδείνωση ποιότητας των χαρτοφυλακίων και πτώσης των ομολόγων, τις μεγαλύτερες ανάγκες κεφαλαιακής ενίσχυσης θα έχει η Εθνική Τράπεζα, κυρίως λόγω του μεγάλου όγκου κρατικών τίτλων που έχει στο χαρτοφυλάκιό της. Σε αυτή την περίπτωση, ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας της ΕΤΕ (tier-1)θα πέσει στο 4,1%, πολύ χαμηλότερα από τη «βάση» του 6%, και η τράπεζα θα χρειασθεί 1,353 δις. ευρώ πρόσθετων κεφαλαίων.
n Όμως, με βάση πάντα το ίδιο ακραίο σενάριο, η Alpha Bank όχι απλώς θα διασωθεί, αλλά θα έχει και υψηλότατο δείκτη tier-1, που θα φθάνει το 9,7%. Δηλαδή, αν «παντρευτεί» με την Εθνική, η νέα τράπεζα που θα δημιουργηθεί θα μπορούσε να «βγει στον αφρό» με ελάχιστη ή και καθόλου κεφαλαιακή ενίσχυση από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, επιτρέποντας και στο Δημόσιο να αποφύγει μια σημαντική πρόσθετη επιβάρυνση των χρεών του προς το διεθνή μηχανισμό στήριξης.
n Αντίστοιχα, η Eurobank θα χάσει αρκετά από τα κεφάλαιά της, αλλά θα μείνει πάνω από το όριο του 6%, με δείκτη βασικής κεφαλαιακής επάρκειας 6,5%. Με δεδομένο ότι η Τράπεζα Πειραιώς θα χρειασθεί μια μικρή κεφαλαιακή ένεση, αφού ο δικός της δείκτης θα πέσει στο 5,8%, μια συγχώνευση των δύο τραπεζών, που έχουν και αρκετά κοινά στοιχεία τραπεζικής κουλτούρας, θα έδινε μια νέα τράπεζα με μικρές ή μηδενικές ανάγκες ενίσχυσης.Προφανώς, αυτά τα στοιχεία έχουν κατά νου ο Πρωθυπουργός, ο υπουργός Οικονομικών και ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, όταν επαναλαμβάνουν συνεχώς, ότι ήλθε η ώρα σοβαρών στρατηγικών αποφάσεων από τις τραπεζικές διοικήσεις. Αν με κατάλληλες συγχωνεύσεις δημιουργηθούν τράπεζες με μικρές ανάγκες ενίσχυσης από το Δημόσιο, εκτιμούν οι αρχές, αυτό θα επιτρέψει να αποφευχθεί μια διόγκωση του χρέους από ενισχύσεις στο τραπεζικό σύστημα και η Ελλάδα θα αντιμετωπίσει από καλύτερη θέση τη διαδικασία εξόδου από τη διεθνή επιτήρηση.Πάντως, θα πρέπει να τονισθεί, ότι όλα αυτά τα σενάρια δεν είναι τίποτε άλλο από ασκήσεις επί χάρτου, παρότι διαρκώς συζητούνται στο τραπεζικό παρασκήνιο. Η ιστορία αποδεικνύει, ότι συγχωνεύσεις τέτοιας εμβέλειας είναι πολύ δύσκολα εγχειρήματα, όχι μόνο γιατί είναι δύσκολο να βρεθούν αποδεκτές ισορροπίες μετόχων και διοικήσεων, αλλά και επειδή έχουν πολλά «κρυφά» κόστη υλοποίησης. Ιδιαίτερα στην Ελλάδα, η δυσκολία μαζικής απομάκρυνσης προσωπικού, που θα είναι αναγκαία για τη δημιουργία αποτελεσματικών σχημάτων μετά τις συγχωνεύσεις, αποτελεί ένα πολύ σοβαρό εμπόδιο.Επιπλέον, το ΔΝΤ δεν βλέπει με καλό μάτι τέτοιες συγχωνεύσεις και εκτιμά ότι θα ήταν προτιμότερο για τη σταθερότητα του συστήματος να υπάρξει ενδιαφέρον από επενδυτές εξωτερικού για τις ελληνικές τράπεζες και αυτές να αντιμετωπίσουν τις όποιες προκλήσεις με εισροές νέων κεφαλαίων από το εξωτερικό. Άλλωστε, τα deal μεταξύ τραπεζών που ήδη έχουν λάβει τεράστια ποσά ενισχύσεων από το Δημόσιο δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα θεωρηθούν συμβατά με τους ευρωπαϊκούς κανόνες περί ανταγωνισμού.Σε κάθε περίπτωση, πάντως, φαίνεται ότι οι προκλήσεις της κρίσης για τις ελληνικές τράπεζες δεν είναι αξεπέραστες: με συγχωνεύσεις, ή με κεφαλαιακές ενισχύσεις από το Δημόσιο, ή και επενδυτές του εξωτερικού, τελικά θα βρεθούν οι λύσεις για να αποτραπούν επικίνδυνοι κλυδωνισμοί, ακόμη και με τα χειρότερα σενάρια των stress tests, στα οποία πάντως δεν περιλαμβάνεται το μοναδικό σενάριο εξαιρετικά υψηλού κινδύνου, που θα έχει βασικό στοιχείο μια χρεοκοπία του Δημοσίου.............
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου